Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

ΠΩΣ ΘΑ ΗΤΑΝ

Χωρίς κριτική

Ποιο λουλούδι ανθίζει χωρίς νερό κι αγάπη; Ποιο έργο ποιητή ζωγράφου ή μουσικού αξίζει να γίνει, χωρίς μάτια να το βλέπουν, χωρίς στόμα να το διαδώσουν, χορδές να το ταξιδέψουν στις έρημες συνοικίες;
Η κριτική, ο κριτικός λόγος και η σκέψη που τον παράγει, έπρεπε να είναι μέρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας και όχι απέναντι.
Ο μουσικός δεν έχει ανάγκη από αντικειμενικά αυτιά να ακούν τη μουσική του κι ο ζωγράφος έχει δικά του μάτια και βλέπει και είναι ο ίδιος και χέρι και μάτι και σώμα και θέληση την ώρα που δουλεύει.
Έχει άλλες ανάγκες ο καλλιτέχνης, την συλλογικότητα, την κοινότητα που νοιώθει ότι ανήκει μέσα και που αισθάνεται ότι απειλείται από την κοινωνία του γρήγορου κέρδους και της ακόμα πιο γρήγορης ζωής.
Θέλει να την φρενάρει να γίνει ο μοχλός της αντίδρασης στην ανεξέλεγκτη δράση της υπερπαραγωγής της φτήνιας.
Θέλει με το ένα χέρι να φτιάχνει τα έργα του και με το άλλο να τα καταστρέφει για να μη θυμίζουν τον κόσμο που απεχθάνεται.
Τη μια μέρα υμνεί τον έρωτα και την άλλη χώνεται στα τρίσβαθα του φόβου του θανάτου.
Θέλει να μην βασανίζεται απ’ αυτά τα αντιφατικά αισθήματα.
Θέλει όπως όλοι να ζει χρήσιμα και τα έργα του να έχουν τον διάλογο που τους ανήκει.
Δεν έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη απ’ αυτήν την συμφωνία, όλοι μαζί να κοιτάζουμε, να ακούμε, να διαισθανόμαστε τη φωνή του παιδιού, που χωρίς ρητορεία περιγράφει την εικόνα του κόσμου που αυτοί διαστρεβλώσανε και εμείς πρέπει να αλλάξουμε.
Είμαστε ορφανοί χωρίς κριτικό λόγο μέσα μας και χωρίς την κοινότητα της κριτικής αντίληψης του κόσμου κι όχι μόνο της τέχνης.
Οι άλλοι, αυτοί που θέλουμε να εξαφανίσουμε την αιτία που υπάρχουν:
Τρυπούν το χώμα μας, πάντα το τρυπούσαν, για να βρούνε πρώτοι αυτοί, πετρέλαιο για τα εργοστάσια που θολώνουν τον ήλιο μας και κρυώνουν τη ψυχή μας.
Αυτοί σκλαβώνουν αιώνες τώρα την Αφρική για να αρπάξουν τον πλούτο της και την μολύνανε με τους Γιούς τους να βατεύουν την παρθένα έρημο. Αυτοί είναι οι μόνοι θεοί που καταστρέψανε τα τοτέμ και τις ιεροτελεστίες όλων των φυλών που κατοικούν στα απάτητα μέρη.
Εμείς όμως θα χρονογραφήσουμε τα πεπραγμένα τους να μείνουν στην ιστορία.
Να λένε οι άνθρωποι: κάποτε ο κόσμος ήταν άδικος, κάποτε ο πλούτος ήταν η μεγάλη αρρώστια των πολλών, κάποτε αυτοί δεν είχαν μάτια, μύτη, αυτιά, ούτε ψυχή, κάποτε μόλυναν ο ένα τον άλλον και χάθηκαν.
Εμείς, ορφανοί, θ’ αλλάξουμε τον κόσμο.











Πως θα ήταν

Αν δεν είχαμε λυγίσει κάτω από το βάρος της ενοχής του εμφυλίου
Αν δεν είχαμε ακολουθήσει τις ψευδαισθήσεις που ήταν μόνο ψευδαισθήσεις
Αν είχαμε την περηφάνια που είχε κάποτε ο αγρότης για το χωράφι του
Αν είχαμε την αξιοπρέπεια του μέσου εργαζόμενου, αυτόν που όλοι λοιδορούν, χλευάζουν και θεωρούν ασήμαντο και άξιο της μοίρας του.
Αν γνωρίζαμε όλοι ότι η δημοκρατία δεν εφαρμόζεται μόνο στις εκλογές
Αν ξέραμε σε πόσο πλούσια χώρα κατοικούμε
Αν δεν είχαμε εμπιστευτεί τους πολιτικούς ιεροκήρυκες της άκοπης ευεξίας.

Κάπως έτσι φαντάζομαι θα ήταν, περίπου σήμερα:
Με τα χρόνια θα είχαμε αποκτήσει αυτοπεποίθηση για το ζήτημα της ταυτότητας μας και δε θα επιστρατεύαμε τους παπάδες. Αυτοί θα άνοιγαν το Άγιον Όρος στον γυναικείο πληθυσμό και η μελέτη της ιστορίας του Βυζαντίου θα είχε μεγάλη ανάπτυξη.
Τα χωράφια μας θα είχαν όλα τα αγαθά που ευλόγησε η φύση να καρπίζουν σ’ όλη την δαντέλλα που λέγεται Ελλάδα.
(Α ναι δεν θα ντρεπόμαστε να λεγόμαστε Έλληνες).
Θα είχαμε εκβιομηχανίσει την αγροτική παραγωγή και θα εξάγαμε υπέροχο Κρητικό λάδι, ελιές Καλαματιανές, κρασί με άπειρες ποικιλίες, γαλακτοκομικά αγνά, καπνά, Ξυνό νερό, φασόλια, ρεβύθια, φακές, ψάρια, κρέατα, κι όλ’ αυτά αξιολογημένα από την αγροτική Moody’s, ως AAA.
Θα είχαμε εφαρμόσει το 35ωρο ως ανώτατο πλαφόν εργασίας κι αυτό θα ευχαριστούσε ακόμα και τους βιομήχανους γιατί ο ευχαριστημένος εργαζόμενος είναι πιο παραγωγικός.
Με τη εξαιρετική ποιότητα της δημόσιας παιδείας θα πλουτίζαμε την ανάπτυξη του τόπου μας.
Θα είχαμε τον σεβασμό των γειτόνων και προτάσεις ανταλλαγών και συνεργασίας.
Θα φροντίζαμε τους ξένους, μετανάστες και πρόσφυγες να είναι ενταγμένοι στην χώρα μας με ίσους όρους, κανονικοί πολίτες.
Θα στηρίζαμε το σύστημα υγείας και θα φροντίζαμε την ζωή όλων των ηλικιών
Θα στηρίζαμε τις τέχνες και τις επιστήμες με ανοιχτές διαδικασίες και συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Θα οργανώναμε ανοιχτές συνελεύσεις πολιτών, με βασικό στόχο τον έλεγχο της εφαρμογής τη δημοκρατίας.
Θα οργανώναμε την έρευνα του ορυκτού και υποθαλάσσιου πλούτου με σεβασμό στο περιβάλλον και χωρίς βιασύνη, ελπίζοντας ότι θα εξάγαμε ενέργεια υπέρ του δημοσίου.
Θα είχαμε κάνει πολλές μελέτες τουριστικού σεβασμού, στο αστικό και στο αγροτικό τοπίο. Οι πόλεις μας θα ήταν καθαρές, με άρωμα προσδοκίας.
Θα είχαμε διαδίκτυο αλλά θα ξέραμε και ποιος ήταν ο Γιοβάν Τσαούς, γιατί θα στηρίζαμε πανεπιστημιακές μελέτες και διδασκαλία της σχέσης μας με το ιστορικό παρελθόν και τον πολιτισμό μας.
Θα είχαμε χρόνο να χαρούμε τη ζωή μας.
Θα είχαμε ποιοτικό θέατρο σε ανοιχτούς χώρους, όπως τα θερινά σινεμά.
Θα εξάγαμε και τέχνη φυσικά γιατί τα λεφτά δεν θα τα δίναμε στις τράπεζες.
Θα είχαμε κρατικοποιήσει τις τράπεζες.
Δεν θα χρωστάγαμε και θα χαρίζαμε αυτά που μας χρωστούνε και μπορεί κι άλλοι ζηλεύοντας την γενναιοδωρία μας να χάριζαν τα χρέη του τρίτου κόσμου και να γινόμασταν εμείς μια αφορμή για την επανάσταση των αδικημένων.